CETA Check: https://stop-ttip.org/cetacheck/
Ο Σύλλογος Ενεργών Πολιτών Αίγινας θα έχει παρουσία στην Ευρωπαϊκή Ημέρα Δράσης κατά της CETA και των νέας γενιάς λεγομένων συμφωνιών «ελεύθερου εμπορίου» και συγκεκριμένα στη διαδήλωση που θα διεξαχθεί στις 28 Ιανουαρίου 2017 στην Αθήνα (‘Ερμού και Νίκης, ώρα 12.00).
Ο Σύλλογος έχει ήδη διοργανώσει στην Αίγινα δύο εκδήλωσεις ενάντια σε αυτές τις απειλητικές συμφωνίες για την Ευρωπαϊκή Ένωση(ΕΕ), την πρώτη στις 12 Φεβρουαρίου 2016 με θέμα την TTIP (ΗΠΑ-ΕΕ), τη δεύτερη στις 19 Νοεμβρίου 2016 με θέμα τη CETA (ΚΑΝΑΔΑΣ-ΕΕ).
Στις 4 Ιουλίου 2016 το Δημοτικού Συμβούλιο της Αίγινας δέχθηκε την πρόταση του Προέδρου του, του Νικόλαου Οικονόμου, να μπει η Αίγινα στο Δίκτυο Πόλεων ελεύθερων από τις συμφωνίες TTIP και CETA. Τον περασμένο Αύγουστο ήταν 38 οι Δήμοι στην Ελλάδα (1.800 στην Ευρώπη) που είχαν ενταχθεί στο Δίκτυο. Η Αίγινα μπήκε ως 24ος δήμος.
Η ψηφοφορία στο Ευρωκοινοβούλιο για προσωρινή τριετή εφαρμογή της CETA θα γίνει στις 14-15 Φεβρουαρίου. Πολλοί ευρωπαίοι πολίτες προτείνουν στους ευρωβουλευτές τους να την απορρίψουν. Όποιος πολίτης επιθυμεί να συμμετάσχει σε αυτή τη δράση προκειμένου να ενημερώσει τους Έλληνες ευρωβουλευτές, μπορεί να το κάνει μέσω του CETA Check: https://stop-ttip.org/cetacheck/
ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ CETA
(Comprehensive and Economic Trade Agreement) (Συνολική Οικονομική και Εμπορική Συμφωνία);
· Το Δικαστικό Σύστημα Επενδύσεων (ICS) της CETA παρέχει δικαιώματα στους επενδυτές που μπορούν να ασκήσουν κατά κόρον, αλλά δεν τους αναθέτει αντίστοιχες υποχρεώσεις. Δεν επιτρέπει στους πολίτες, τις κοινότητες ή τις συνδικαλιστικές οργανώσεις να προβούν σε καταγγελίες όταν μια εταιρεία παραβιάζει τους περιβαλλοντικούς, εργασιακούς, υγειονομικούς κανονισμούς, τους κανόνες ασφαλείας κτλ. Ενδέχεται επίσης να μην είναι συμβατό με τη νομοθεσία της ΕΕ, αφού δημιουργεί ένα παράλληλο νομικό σύστημα, επιτρέποντας έτσι στους επενδυτές να παρακάμψουν τα υφιστάμενα δικαστήρια. Το ICS είναι ένα σύστημα που κάνει διακρίσεις επειδή παραχωρεί δικαιώματα στους ξένους επενδυτές, τα οποία δεν παρέχονται ούτε για τους πολίτες ούτε για τους εγχώριους επενδυτές.
· Οι όροι της CETA που αφορούν τα εργασιακά δικαιώματα και τη βιώσιμη ανάπτυξη δεν δίνουν τη δυνατότητα αποτελεσματικής εφαρμογής μέσω της επιβολής κυρώσεων και είναι σε σύγκρουση με τους όρους του εταιρικού δικαίου. Οι εν λόγω όροι είναι, λοιπόν, απλές δηλώσεις χωρίς βάρος και δεν αντισταθμίζουν τους κινδύνους που παρουσιάζουν άλλα κεφάλαια της συμφωνίας για τα δικαιώματα των εργαζομένων, την προστασία του περιβάλλοντος και τα μέτρα για τον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής.
· Η CETA περιορίζει σε μεγάλο βαθμό τις κυβερνήσεις όσον αφορά τις δυνατότητές τους να δημιουργήσουν δημόσιες υπηρεσίες, να τις διευρύνουν και να τις ρυθμίσουν και να αντιστρέψουν αποτυχημένες ιδιωτικοποιήσεις. Η CETA αποτελεί την πρώτη συμφωνία της ΕΕ που καθιστά την ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών κανόνα και τους κανονισμούς που αφορούν το δημόσιο συμφέρον εξαίρεση. Το γεγονός αυτό ενδέχεται να οδηγήσει σε προσκόμματα όσον αφορά την πρόσβαση των πολιτών σε υπηρεσίες υψηλής ποιότητας, όπως το νερό, τα μέσα συγκοινωνίας, η πρόνοια, η υγειονομική περίθαλψη και υπονομεύει τις προσπάθειες παροχής δημόσιων υπηρεσιών που συμβαδίζουν με τους στόχους που τίθενται για το δημόσιο συμφέρον.
Μια ανεξάρτητη μελέτη που εστίασε στις οικονομικές συνέπειες της CETA προβλέπει ότι τόσο στον Καναδά όσο και στην Ευρώπη θα οδηγήσει σε απώλεια θέσεων εργασίας, θα επιβραδύνει την οικονομική ανάπτυξη σε σχέση με τους ρυθμούς ανάπτυξης που θα υπήρχαν χωρίς τη συμφωνία, ενώ από τα σχετικά χαμηλά έσοδα θα επωφεληθούν κυρίως οι κεφαλαιούχοι και όχι οι εργαζόμενοι. Συνεπώς η εφαρμογή της CETA θα αυξήσει την ανισότητα.
· Μέσω της περαιτέρω απορρύθμισης των χρηματοοικονομικών αγορών και τον αυστηρό περιορισμό των μεταρρυθμίσεων που αποσκοπούν στην εξάλειψη των βασικών παραγόντων που προκαλούν οικονομική αστάθεια και διασφαλίζουν την καλύτερη προστασία των καταναλωτών αλλά και του συνόλου της οικονομίας, η CETA καθιστά τον Καναδά και την ΕΕ πιο επιρρεπείς στις οικονομικές κρίσεις.
· Η CETA θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως το δικαίωμα προστασίας της ιδιωτικής ζωής και το δικαίωμα προστασίας των προσωπικών δεδομένων και θα περιορίσει τη δυνατότητα κατάργησης των πλεοναζόντων δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας που περιορίζουν την πρόσβαση στη γνώση και την καινοτομία. Κάποια από τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας που περιέχει το κείμενο της CETA προσομοιάζουν το κείμενο της Εμπορικής Συμφωνίας για την Καταπολέμηση της Παραποίησης/Απομίμησης (ACTA), την οποία το Ευρωκοινοβούλιο απέρριψε το 2012.
· Οι κανόνες της CETA που αφορούν τη νομοθεσία θα ενισχύσουν τον ρόλο των εκπροσώπων των επιχειρηματικών συμφερόντων στη διαδικασία της χάραξης πολιτικής υπονομεύοντας δυνητικά την χάραξη πολιτικής που είναι απαραίτητη για το δημόσιο συμφέρον.
· Και στις δύο όχθες του Ατλαντικού, η CETA θα εκθέσει τους αγρότες σε ανταγωνιστική πίεση που θα υπονομεύσει τη διαβίωσή τους χωρίς να επιφέρει ιδιαίτερα οφέλη στους καταναλωτές. Επιπλέον, θα αυξήσει τον έλεγχο των εταιρειών στους σπόρους, θα αποτελέσει πρόσκομμα στις πολιτικές που προωθούν την αγορά τοπικών προϊόντων και ενδέχεται να υποβαθμίσει τα υψηλά πρότυπα επεξεργασίας και παραγωγής τροφίμων, υποσκάπτοντας τις προσπάθειες προώθησης της βιώσιμης γεωργίας.
· Τα μέτρα προφύλαξης που προστατεύουν τους καταναλωτές, τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον αμφισβητούνται με τη CETA με το πρόσχημα ότι δήθεν δεν «τεκμηριώνονται επιστημονικά» ή αποτελούν μεταμφιεσμένα εμπορικά κωλύματα. Ούτε το κείμενο της CETA ούτε οι συνοδευτικές δηλώσεις δεν φροντίζουν να προστατεύσουν αποτελεσματικά τον ρόλο της Αρχής της Προφύλαξης στην ευρωπαϊκή νομοθεσία. Η CETA είναι το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας απόλυτα κρυφών διαπραγματεύσεων ανάμεσα στην προηγούμενη καναδική κυβέρνηση και την προηγούμενη ευρωπαϊκή Επιτροπή. Το τελικό κείμενο της CETA όπως και οι συνοδευτικές δηλώσεις αγνοούν σχεδόν όλες τις εύλογες και πολύ εύστοχες τροποποιήσεις που πρότεινε η κοινωνία των πολιτών για να επισημάνει τα ελαττώματα της συμφωνίας.
Η υφιστάμενη εκδοχή της CETA δεν αποτελεί μια προοδευτική εμπορική συμφωνία. Θα ήταν λάθος μας να εφαρμόσουμε αυτήν τη συμφωνία και να τη θέσουμε ως πρότυπο των μελλοντικών συμφωνιών τη στιγμή που περιέχει τόσους προβληματικούς όρους. Η CETA αποτελεί μια οπισθοδρομική και πιο παρεμβατική εκδοχή της παλιάς ατζέντας ελεύθερου εμπορίου, που εκπονήθηκε από και προς όφελος των μεγαλύτερων πολυεθνικών του κόσμου. Απαιτείται μια ριζική μεταβολή προς μια συμμετοχική εμπορική πολιτική με διαφάνεια, η οποία θα βασίζεται στις ανάγκες των πολιτών και του πλανήτη. Η επικύρωση της CETA θα μας απομακρύνει πολύ από αυτήν την αναγκαία μεταβολή. Καλούμε τις οργανώσεις, τα άτομα, τις συμμαχίες να συμμετάσχουν οργανώνοντας αυτόνομες, αποκεντρωμένες δράσεις σε όλη την Ευρώπη, ούτως ώστε το μήνυμα αυτό να ακουστεί πριν την ψηφοφορία στο Ευρωκοινοβούλιο.